Οι «Άγγελοι της Κολάσεως» («Hells Angels») είναι η πιο γνωστή
οργάνωση μηχανόβιων ,που ξεκίνησε από την Καλιφόρνια το 1948 και με την
πάροδο του χρόνου απέκτησε διεθνή εμβέλεια. Δεν είναι και τα καλύτερα
παιδιά του κόσμου, καθώς ουκ ολίγες φορές έχουν απασχολήσει τις
αστυνομικές αρχές με την εγκληματική
τους συμπεριφορά, κυρίως τσαμπουκάδες σε μπαρ, μαχαιρώματα και εμπόριο ναρκωτικών. Μάλιστα το ευρωπαϊκό τους τμήμα έχει εμπλακεί σε αιματηρές μάχες με αντίπαλες συμμορίες την δεκαετία του ενενήντα στις σκανδιναβικές χώρες,προκαλώντας ταραχή στους φιλήσυχους κατοίκους.
Τα περισσότερα μέλη των Hells Angels είναι λευκοί άνδρες με τα χαρακτηριστικά πέτσινα μπουφάν τους που οδηγούν μοτοσικλέτες Harley-Davidson, συχνά «πειραγμένες». Ο καθένας είναι ενταγμένος σε ένα παράρτημα και είναι γνωστός μ’ ένα παρατσούκλι. Η ιδιότητα του μέλους είναι αυστηρά ελεγχόμενη και ο κάθε υποψήφιος περνάει μια σειρά από δοκιμασίες ώσπου να γίνει δεκτός. Όποιος θέλει να αποχωρήσει από την οργάνωση πρέπει να παραδώσει τα διάσημά του και ιδιαίτερα το σήμα με την νεκροκεφαλή. Οι συγκεντρώσει τους γίνονται τις περισσότερες φορές σε μπαρ ή σε ανοιχτούς χώρους.
Το Hells Angels Motorcycle Club ιδρύθηκε στις 17 Μαρτίου 1948 στην πόλη Φοντάνα της Καλιφόρνιας από μια ομάδα νεαρών απομάχων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι επιζητούσαν ακόμη την περιπέτεια και δεν ήθελαν να επιστρέψουν στην πρότερη φιλήσυχη ζωή. Πήραν το όνομά τους από την ομώνυμη ταινία του 1930, που σκηνοθέτησε ο Χάουαρντ Χιούζ και αναφερόταν στους αμερικανούς αεροπόρους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ίδιο όνομα χρησιμοποιούσαν και τα πληρώματα των αμερικανικών βομβαρδιστικών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60 η παρουσία τους είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητη, όταν χάρη σ’ ένα εισαγγελέα και ένα συγγραφέα γνώρισαν παναμερικανική δημοσιότητα. Το 1965, ο γενικός εισαγγελέας της Καλιφόρνιας Τόμας Λιντς σε μια αναφορά του για τις συμμορίες των μηχανόβιων που δρούσαν στην πολιτεία του, συμπεριέλαβε και τους «Άγγελους της Κολάσεως», αποδίδοντάς σ’ αυτούς τους χαρακτηρισμούς «κλεφτρόνια και τραμπούκοι». Τον επόμενο χρόνο ο δημοσιογράφος και μετέπειτα διάσημος συγγραφέας Χάντερ Τόμσον («Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας» το πιο γνωστό του έργο) έγραψε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Hell’s Angels: A Strange and Terrible Saga», που αναφέρεται στο παράρτημα των «Αγγέλων της Κολάσεως» του Σαν Φρανσίσκο και συνδυάζει, όπως και τα μετέπειτα βιβλία του, την μυθοπλασία και την δημοσιογραφική έρευνα. Αν και ο Χάντερ ήταν φίλος με πολλά μέλη της τοπικής οργάνωσης, δεν τούς χαρίστηκε με αποτέλεσμα αυτοί να στραφούν εναντίον του και να τόν ξυλοφορτώσουν με την πρώτη ευκαιρία.
Σε μια εποχή ανόδου της αντικουλτούρας και της ροκ μουσικής, πολλοί από τους Hells Angels, βρήκαν επαγγελματική διέξοδο πουλώντας προστασία στα μεγάλα αστέρια του ροκ. Στις 6 Δεκεμβρίου 1969, μέλη του κλαμπ είχαν αναλάβει την ασφάλεια του Φεστιβάλ του Άλταμοντ, στην Βόρεια Καλιφόνια, που φιλοδοξούσε να γίνει το Γούντστοκ της Δύσης. Κατά την διάρκεια της συναυλίας των Rolling Stones, που ήταν το μεγάλο όνομα της βραδιάς, ένα μέλος των «Αγγέλων της Κολάσεως» μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τον 18χρονο αφροαμερικανό Μέρεντιθ Χάντερ, που καθόταν στην πρώτη σειρά και κρατούσε ένα πιστόλι την ώρα που ο Μικ Τζάγκερ τραγουδούσε το «Under My Thumb». Παρότι ο δράστης της ανθρωποκτονίας αθωώθηκε η ζημιά για τους «Hells Angels» είχε γίνει και η αρνητική δημοσιότητα που έλαβαν ήταν μεγάλη και τους ακολουθεί μέχρι σήμερα. Εικόνες από τα επεισόδια στο Άλταμοντ περιέχονται στο μουσικό ντοκιμαντέρ των αδελφών Μέιζελς «Gimme Shelter»(1970), που παρακολουθεί τους Rolling Stones στην αμερικανική περιοδεία του 1969.
Η φήμη των Hells Angels, έστω και αρνητική, προσέλκυσε πολλούς κινηματογραφιστές ταινιών χαμηλού κόστους (b-movies), οι οποίοι δημιούργησαν ένα νέο είδος κινηματογραφικό είδος («bike movies»). Κάποιες από τις ταινίες αυτές αναφέρονται στους «Αγγελους της Κολάσεως». με τίτλου, όπως «The Wild Angels» (1966), «Hells Angels on Wheels» (1967), «Hell’s Angels ’69» (1969) και «Angels: Hard as They Come» (1971).
Οι «Άγγελοι της Κολάσεως» από την αρχή σχεδόν της δραστηριότητάς τους ήταν γνωστοί στις αρχές για τους καυγάδες και τα αιματηρά επεισόδια που προκαλούσαν σε μπαρ, αλλά αργότερα τους ενέπλεξαν στο εμπόριο ναρκωτικών. Μια προσπάθεια των αρχών να τούς διαλύσουν την δεκαετία του ’80, κατέληξε σε αποτυχία, καθώς οι σχετικές δίκες δεν ευδοκίμησαν. Πάντως το FBI, εξακολουθεί να χαρακτηρίζει τους Hells Angels «παράνομη συμμορία μηχανόβιων».
πηγη sansimera.gr
τους συμπεριφορά, κυρίως τσαμπουκάδες σε μπαρ, μαχαιρώματα και εμπόριο ναρκωτικών. Μάλιστα το ευρωπαϊκό τους τμήμα έχει εμπλακεί σε αιματηρές μάχες με αντίπαλες συμμορίες την δεκαετία του ενενήντα στις σκανδιναβικές χώρες,προκαλώντας ταραχή στους φιλήσυχους κατοίκους.
Τα περισσότερα μέλη των Hells Angels είναι λευκοί άνδρες με τα χαρακτηριστικά πέτσινα μπουφάν τους που οδηγούν μοτοσικλέτες Harley-Davidson, συχνά «πειραγμένες». Ο καθένας είναι ενταγμένος σε ένα παράρτημα και είναι γνωστός μ’ ένα παρατσούκλι. Η ιδιότητα του μέλους είναι αυστηρά ελεγχόμενη και ο κάθε υποψήφιος περνάει μια σειρά από δοκιμασίες ώσπου να γίνει δεκτός. Όποιος θέλει να αποχωρήσει από την οργάνωση πρέπει να παραδώσει τα διάσημά του και ιδιαίτερα το σήμα με την νεκροκεφαλή. Οι συγκεντρώσει τους γίνονται τις περισσότερες φορές σε μπαρ ή σε ανοιχτούς χώρους.
Το Hells Angels Motorcycle Club ιδρύθηκε στις 17 Μαρτίου 1948 στην πόλη Φοντάνα της Καλιφόρνιας από μια ομάδα νεαρών απομάχων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι επιζητούσαν ακόμη την περιπέτεια και δεν ήθελαν να επιστρέψουν στην πρότερη φιλήσυχη ζωή. Πήραν το όνομά τους από την ομώνυμη ταινία του 1930, που σκηνοθέτησε ο Χάουαρντ Χιούζ και αναφερόταν στους αμερικανούς αεροπόρους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ίδιο όνομα χρησιμοποιούσαν και τα πληρώματα των αμερικανικών βομβαρδιστικών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60 η παρουσία τους είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητη, όταν χάρη σ’ ένα εισαγγελέα και ένα συγγραφέα γνώρισαν παναμερικανική δημοσιότητα. Το 1965, ο γενικός εισαγγελέας της Καλιφόρνιας Τόμας Λιντς σε μια αναφορά του για τις συμμορίες των μηχανόβιων που δρούσαν στην πολιτεία του, συμπεριέλαβε και τους «Άγγελους της Κολάσεως», αποδίδοντάς σ’ αυτούς τους χαρακτηρισμούς «κλεφτρόνια και τραμπούκοι». Τον επόμενο χρόνο ο δημοσιογράφος και μετέπειτα διάσημος συγγραφέας Χάντερ Τόμσον («Φόβος και Παράνοια στο Λας Βέγκας» το πιο γνωστό του έργο) έγραψε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Hell’s Angels: A Strange and Terrible Saga», που αναφέρεται στο παράρτημα των «Αγγέλων της Κολάσεως» του Σαν Φρανσίσκο και συνδυάζει, όπως και τα μετέπειτα βιβλία του, την μυθοπλασία και την δημοσιογραφική έρευνα. Αν και ο Χάντερ ήταν φίλος με πολλά μέλη της τοπικής οργάνωσης, δεν τούς χαρίστηκε με αποτέλεσμα αυτοί να στραφούν εναντίον του και να τόν ξυλοφορτώσουν με την πρώτη ευκαιρία.
Σε μια εποχή ανόδου της αντικουλτούρας και της ροκ μουσικής, πολλοί από τους Hells Angels, βρήκαν επαγγελματική διέξοδο πουλώντας προστασία στα μεγάλα αστέρια του ροκ. Στις 6 Δεκεμβρίου 1969, μέλη του κλαμπ είχαν αναλάβει την ασφάλεια του Φεστιβάλ του Άλταμοντ, στην Βόρεια Καλιφόνια, που φιλοδοξούσε να γίνει το Γούντστοκ της Δύσης. Κατά την διάρκεια της συναυλίας των Rolling Stones, που ήταν το μεγάλο όνομα της βραδιάς, ένα μέλος των «Αγγέλων της Κολάσεως» μαχαίρωσε μέχρι θανάτου τον 18χρονο αφροαμερικανό Μέρεντιθ Χάντερ, που καθόταν στην πρώτη σειρά και κρατούσε ένα πιστόλι την ώρα που ο Μικ Τζάγκερ τραγουδούσε το «Under My Thumb». Παρότι ο δράστης της ανθρωποκτονίας αθωώθηκε η ζημιά για τους «Hells Angels» είχε γίνει και η αρνητική δημοσιότητα που έλαβαν ήταν μεγάλη και τους ακολουθεί μέχρι σήμερα. Εικόνες από τα επεισόδια στο Άλταμοντ περιέχονται στο μουσικό ντοκιμαντέρ των αδελφών Μέιζελς «Gimme Shelter»(1970), που παρακολουθεί τους Rolling Stones στην αμερικανική περιοδεία του 1969.
Η φήμη των Hells Angels, έστω και αρνητική, προσέλκυσε πολλούς κινηματογραφιστές ταινιών χαμηλού κόστους (b-movies), οι οποίοι δημιούργησαν ένα νέο είδος κινηματογραφικό είδος («bike movies»). Κάποιες από τις ταινίες αυτές αναφέρονται στους «Αγγελους της Κολάσεως». με τίτλου, όπως «The Wild Angels» (1966), «Hells Angels on Wheels» (1967), «Hell’s Angels ’69» (1969) και «Angels: Hard as They Come» (1971).
Οι «Άγγελοι της Κολάσεως» από την αρχή σχεδόν της δραστηριότητάς τους ήταν γνωστοί στις αρχές για τους καυγάδες και τα αιματηρά επεισόδια που προκαλούσαν σε μπαρ, αλλά αργότερα τους ενέπλεξαν στο εμπόριο ναρκωτικών. Μια προσπάθεια των αρχών να τούς διαλύσουν την δεκαετία του ’80, κατέληξε σε αποτυχία, καθώς οι σχετικές δίκες δεν ευδοκίμησαν. Πάντως το FBI, εξακολουθεί να χαρακτηρίζει τους Hells Angels «παράνομη συμμορία μηχανόβιων».
πηγη sansimera.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου