5


Translate

27 Νοε 2019

Την ώρα που θα πεθαίνω

Την ώρα που θα πεθαίνω. Εκείνη την ώρα θα θέλω να σηκωθώ και να τ΄ αλλάξω όλα.
Χαρακτήρα, επιλογές, ζωή.
Θα θέλω να ζήσω με τον τρόπο που κρατάει την ψυχή μου χαρούμενη και το σαρκίο μου γεμάτο ενέργεια.

Να διορθώσω τα λάθη μου, που τόσα χρόνια τα ήθελα λάθη.
Την ώρα που πεθαίνω, θα σηκωνόμουνα να ξαναγεννηθώ.
Να υπακούσω όλες αυτές τις φωνές που μου μιλάνε για το καλό μου και δεν τους δίνω μια σταγόνα σημασίας.
Να ταιριάξω επιτέλους τη λογική μου με τη ζωή μου.
Αλλά εκείνη την ώρα, δεν θα μ΄ αφήσουν να το κάνω. Το ίδιο μου το σώμα θα με προδώσει. Κι η τελευταία μου σκέψη θα είναι «γιατί δεν το έκανες όταν έπρεπε, γιατί;».
Μετά θα κλείσω τα μάτια και θα αφήσω πίσω μου μια ζωή που έζησα λάθος, εις βάρος μου, με συνειδητές επιλογές. Που έτσι την ήθελα κι ας μην ήταν αυτό που ήθελα.
Που έβαζα ανθρώπους πάνω από τα «θέλω» μου και κάποιους άλλους κάτω από αυτά.
Θα κλείσω τα μάτια μου και θα περάσω στην αιωνιότητα, ανίκανη πια να αλλάξω οτιδήποτε. Και η ζωή μου θα μείνει στο χώμα, με ένα πικρό χαμόγελο και μια θαμπή λάμψη να τρεμοσβήνει, σαν αστέρι που δεν έγινε ποτέ πλανήτης.
Την ώρα που θα πεθαίνω, θα θέλω να πω όλα τα συγγνώμη που δεν είπα, να διώξω όσα δεν έδιωξα και να γίνω ο άνθρωπος που ποτέ δεν ήμουν.
Να σβήσει ο εγωισμός μου και να γίνει αγάπη, να σβήσει η αγάπη και να γίνει εγωισμός.
Να μπούνε όλα στη σωστή τους θέση.
Να πάψω να με ντρέπομαι.
Αν είσαι νοήμων άνθρωπος, ζεις συχνά τη στιγμή που αντιλαμβάνεσαι την ύπαρξή σου, βλέπεις το σώμα σου, και λες «είμαι εγώ εδώ μέσα; Και πού πάω τώρα τι να κάνω;». Αισθάνεσαι να έχεις μια αποστολή να ολοκληρώσεις, μια αποστολή που σου δόθηκε χωρίς να ερωτηθείς, χωρίς να σε ρωτήσουνε αν έχεις τα προσόντα.
Μπορείς, δε μπορείς, πρέπει να πάρεις τη ζωή σου και να την οδηγήσεις στα καλύτερα μονοπάτια.
Αν είσαι καλός «έμπορος» θα την οδηγήσεις σωστά. Αν είσαι ατζαμής στο εμπόριο, θα πας ντουγρού για χρεοκοπία. 
Αλλά εγώ σε αντίθεση με άλλους, είμαι πολύ κακή στο εμπόριο, χαρίζω και νομίζω πως πουλάω.
Τυχαία μου δώσανε αποστολή, μου ανοίξανε το μαγαζί και μου παν «Ζήσ’ το!» και μπήκα μέσα και τα έκανα μαντάρα.
Και λογιστής και έμπορος, διακοσμητής βιτρίνας, ενοικιαστής και ιδιοκτήτης, με ένα μυαλό πώς να τα φέρεις πέρα;  Ένα μυαλό λειψό, που θέλει διαρκώς να το ταΐζεις.
Και είναι μέρες που δεν τρώει, το ψάχνεις κι είναι αλλού, βαριέται τόση ευθύνη που του δίνεις.
Κι όσο συμβαίνει αυτό, ένα κορμί από κάτω, όλο γερνάει.
Και η αποστολή σου εκεί, τετράγωνη, συγκεκριμένη.
Όλα φθίνουν και τελειώνουν, αλλά η αποστολή ακέραια, ακέραιη σε θέλει.
Μα εσύ δεν έχεις τίποτα να δώσεις –μιλάω για περιπτώσεις που μου μοιάζουν.
Άνθρωποι που γεννήθηκαν κουρασμένοι κι ίσως αδιάφοροι για μια αποστολή.
Γιατί είναι και εκείνοι που γουστάρουνε το «μαγαζάκι» τους και το δουλεύουν μια χαρά κι όταν θα έρθει η ώρα να πεθάνουν, το μόνο που τους νοιάζει, είναι αν έσβησαν το φως.
Εγώ την ώρα που θα πεθαίνω θα επιθυμώ να σηκωθώ, να αλλάξω όλες τις λάμπες, μήπως και ζήσω.
Έλια Ζερβού
eyedoll.gr/
μονταζ  teo  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου