[…] Όπως και άλλοι στοχαστές του διαφωτισμού, [ο Κοραής] ταύτιζε την προκατάληψη και τη «δεισιδαιμονία» με την αμάθεια και, οπλισμένος με τη δια του συνδυασμού γνώσεων και φρόνησης σοφία του, κατέβαλλε προσπάθειες για την καταπολέμηση της πνευματικής ανεπάρκειας των συμπατριωτών του. Δεν είχε καμία αμφιβολία ότι εάν τους έφερνε σε στενότερη επαφή με τις ηθικές αρχές των ένδοξων προγόνων εφοδιάζοντάς τους με εκδόσεις των κλασικών, που ο ίδιος ετοίμαζε με πάθος και φιλολογική ακρίβεια, τη μία μετά την άλλη, θα μπορούσε να νικήσει τον πιο ύπουλο εχθρό, την αμάθεια. Επιμελήθηκε δεκαεπτά τόμους αρχαίων συγγραφέων χάρη στην οικονομική συμπαράσταση των Ζωσιμάδων, αδελφών που είχαν εμπορικές επιχειρήσεις με έδρα το Λιβόρνο. Υπέβαλλε κάθε έργο σε προσεκτική αντιβολή των χειρογράφων του και το παρουσίαζε στους συμπατριώτες του με προλεγόμενα, σε μορφή επιστολής, όπου έδραττε την ευκαιρία για να θίγει κάθε φορά και ένα άλλο επίκαιρο και σημαντικό θέμα για τα ήθη και την παιδεία.
Η δράση αυτού του σοφού ανθρώπου, που είχε γεννηθεί στη Σμύρνη, ξεκίνησε στο Άμστερνταμ, όπου τον είχε στείλει η οικογένειά του για να φροντίζει τις εμπορικές επιχειρήσεις της. Από το Άμστερνταμ μεταφέρθηκε στο Μονπελιέ για να σπουδάσει Ιατρική, και έπειτα στο Παρίσι για να μελετήσει κάποια χειρόγραφα του Ιπποκράτη που σκόπευε να δημοσιεύσει· στο Παρίσι έφτασε ακριβώς τη στιγμή που θα γινόταν «μάρτυς φοβερών πραγμάτων», των γεγονότων της γαλλικής Επανάστασης. Τα γράμματα που ο Κοραής απευθύνει στους μακρινούς του φίλους περιγράφοντας λεπτομερώς τα πιο συγκλονιστικά επεισόδια εκφράζουν έκπληξη και ταραχή· είναι γραμμένα με αφηγηματική διάθεση και κάποτε παίρνουν τη μορφή δοκιμίου.
Μέσα στο καινούριο περιβάλλον της μεγάλης πολιτείας όλα ερεθίζουν την περιέργεια του Διαμαντή Κοραή κι όλα λειτουργούν σαν πρόκληση για έναν άλλο, διαφορετικό, τρόπο ζωής. «Κάθε λογής πράγματα κουριόζα» προκαλούν το ενδιαφέρον του σε όλους τους τομείς: η όπερα, η μουσική, οι καθολικές και οι προτεστάντικες εκκλησίες, οι δυνατότητες της τυπογραφίας, τα εργαστήρια φυσικής ιστορίας, τα ολλανδικά κατηχητικά σχολεία, οι τρόποι διδασκαλίας… Όλα θέλει να τα δει από κοντά, να τα γνωρίσει. Οι περιορισμένοι ορίζοντες του σμυρνιού πραγματευτή διευρύνονται κι η φωτισμένη Ευρώπη τον μαγεύει και τον κερδίζει. […]
Φίλιππος Ηλιού, «Από την παράδοση στο Διαφωτισμό: η μαρτυρία ενός παραγιού». Σταμάτης Πέτρου, Γράμματα από το Άμστερνταμ, επιμ. Φίλιππος Ηλιού, Ερμής, Αθήνα 1976, κθ΄-λα΄.Στις θεωρίες του μέσα θα βρούμε, φυσικά, όλα τα προβλήματα, όσα είχε θέσει ο νεοελληνικός διαφωτισμός. […] Ο Κοραής […] ασχολείται πολύ και με όλες τις λεπτομέρειες ενός άρτιου εκπαιδευτικού προγράμματος […]. Φροντίζει να μετεκπαιδευθούν αντίστοιχα νέοι Έλληνες στην Ευρώπη, για να μεταβιβάσουν την πρόοδο στην ελληνική εκπαίδευση. Δεν χρειάζεται να επιδιώκουμε την πρωτοτυπία: η Δύση εργάσθηκε, έχει φθάσει σε θετικά αποτελέσματα με την έρευνά της, και μοναδικός σκοπός μας πρέπει να είναι, να μετακενώσουμε στην Ελλάδα τα φώτα της Ευρώπης: χρειάζονται μεταφράσεις, περιοδικά, σχολεία. Υποδείξεις για τα έργα που πρέπει να μεταφρασθούν, έργα πάντοτε προοδευτικά και διαφωτισμένα, βρίσκουμε πολλές στην αλληλογραφία και στα Προλεγόμενα του Κοραή. Το θέμα των περιοδικών τον απασχόλησε στα δημοσιεύματά του, και σε δική του υπόδειξη οφείλεται η έκδοση του περιοδικού Ερμής ο Λόγιος.
Είναι εξαιρετικά ενδεικτικό, τώρα, ότι το πρώτο που σκέπτεται ο Κοραής, όταν αναφέρει το όνομα του Voltaire, είναι η αντίθεση του τελευταίου προς τους «καλογήρους» και προς ό,τι αυτοί εκπροσωπούν γενικά από ιδεολογική και κοινωνική άποψη. Πράγματι, η πρόοδος της συνειδητής προσχώρησης του Κοραή στον Διαφωτισμό κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο ή τριών ετών της Επανάστασης μπορεί να παρακολουθηθεί με ακρίβεια, αν πάρουμε ως καθοδηγητήριο μίτο τις διαδοχικές αποφάνσεις του εναντίον των «καλογήρων». Ο Κοραής παρακολουθεί προσεκτικά τις συζητήσεις της Εθνοσυνέλευσης για τη διάθεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, κι επειδή συνάμα γνωρίζει και τονίζει τη συνάφεια «καλογήρων» και «δεισιδαιμονίας», μπορούμε να συμπεράνουμε excontrario τι σημαίνει στα μάτια του ο Διαφωτισμός ως ιδεολογικός καταλύτης της Επανάστασης: είναι ο φορέας μιας απελευθέρωσης πνευματικής και συνάμα μιας μεταρρύθμισης κοινωνικής. Μ’ αυτόν τον παλλόμενο και ζωντανό τρόπο δένεται ο Κοραής με τον Διαφωτισμό. Τούτο επιβεβαιώνεται και από ένα ακόμα γεγονός, που φαίνεται θεμελιώδες για την πνευματική του εξέλιξη. Πρόκειται για τη σύνδεση του προβλήματος του Διαφωτισμού με το πρόβλημα της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων — σύνδεση που, χαρακτηριστικότατα, μαρτυρείται στα γραπτά του Κοραή ήδη κάμποσα χρόνια πριν από το 1789. Ο Κοραής φοβάται ότι, όσο η Ελλάδα παραμένει ξένη προς τον Διαφωτισμό και δέσμια των «καλογήρων», οι φωτισμένοι Ευρωπαίοι δεν θα την υπολήπτονται και θα ακολουθούν φιλοτουρκική πολιτική, ενώ αντίθετα μια φωτισμένη Ελλάδα θα ενέπνεε και στους Ευρωπαίους στάση αντιτουρκική· μάλιστα ο Κοραής αντιμετωπίζει έντρομος το ενδεχόμενο, μήπως οι Τούρκοι, έχοντας εξαρχής το πλεονέκτημα να είναι απαλλαγμένοι από θεολόγους και καλογήρους, προλάβουν να υιοθετήσουν πρώτοι τον Διαφωτισμό, οπότε η ελληνική δουλεία θα διαιωνιστεί. […]
Το κοραϊκό «κείμενο» που έχει επικρατήσει να ονομάζεται «Ο Παπατρέχας» είναι, ίσως, το πρώτο «επιφυλλιδογραφικό» ή «σπαστό» αφήγημα της νεοελληνικής γραμματείας, δημοσιευμένο στην αγαπητή, τότε, επιστολική φόρμα, σε τέσσερα μέρη («επιστολές») και μέσα σε εννιά χρόνια (1811-1820).
Δεν πρόκειται για προσπάθεια δημιουργίας δημοσιογραφικού σασπένς, ούτε για αποτέλεσμα συγγραφικής δυστοκίας […]. Απλούστατα, το «αφήγημα» ακολουθεί τον ευνόητα αργό φιλολογικό ρυθμό της δημοσίευσης των «Προλεγομένων» στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων ραψωδιών της Ιλιάδος, που επιχείρησε τούτος ο σημαντικός νεοέλληνας κλασικός φιλόλογος (και ιατροφιλόσοφος). […]
[…] βέβαια, κι ο Παπατρέχας —παρόλο που ζυμώνεται εσκεμμένα από έναν μάστορα των ιδεών, για να υπηρετήσει το διαφωτιστικό πρόγραμμά του στην κοινοτική εκπαίδευση και ζωή— είναι ένας τύπος γεμάτος αβυσσαλέες αντιφάσεις: παραδοσιακός και νεοτερικός, αφελής και πανέξυπνος, αμαθής και φιλομαθής, αγνός και σοφιστευμένος, αφιλοκερδής και οικονομολόγος, αυτοσχέδιος και συστηματικός, κ.ο.κ. […].
Κατά τα άλλα, το έργο μοιράζεται ανάμεσα σε μια δοκιμιακή πραγματεία για την ανάγκη της (κλασικής, και όχι μόνο) παιδείας και τη γενικότερη κοινωνική και εθνική σημασία της και σ’ ένα γραμματειακό είδος που καλλιεργήθηκε έντονα στους προεπαναστατικούς συγγραφείς, δηλαδή τη (διαλογική, συνήθως) σάτιρα του κλήρου· το ότι από τη σάτιρα αυτή απαλλάσσεται, τελικά, με τρόπο καλοσυνάτο, η «φωτισμένη» μερίδα στην οποία θα προσχωρήσει ο Παπατρέχας, αφενός δείχνει πόσο έτοιμος ήταν πια ο Κοραής να βάζει μεγάλα και αισιόδοξα στοιχήματα, και αφετέρου εξηγεί την ομαλή υποδοχή του έργου από τις μεγάλες μάζες.
Και πρώτα το όνομα του ήρωα. Όταν ο Flaubert επληροφορήθηκε, γράφοντας την Education Sentimentale, κάπως καθυστερημένα, πως το όνομα που είχε δώσει στον ήρωά του υπήρχε στην πόλη όπου τον τοποθετούσε, αρνήθηκε να το αλλάξει. «Είναι αργά» είπε «να ξαναγυρίσει κανείς πίσω. Ένα κύριο όνομα είναι εξαιρετικά σημαντικό σε ένα μυθιστόρημα, είναι ζήτημα κεφαλαιώδες. Δεν μπορείς να αλλάξεις το όνομα του προσώπου, γιατί είναι σαν να του αλλάζεις το δέρμα. Είναι σαν να θέλεις να λευκάνεις ένα νέγρο». Το λογοτεχνικό αισθητήριο του Κοραή τον οδήγησε με ασφάλεια στην αναζήτηση ενός ονόματος για τον ήρωά του, που να δένει αναντικατάστατα με την προσωπικότητά του και από την άποψη αυτή η επιτυχία ήταν απόλυτη. Από την πρώτη, λοιπόν, στιγμή που κυκλοφόρησε το Α της Ιλιάδας, ο Παπατρέχας αρχίζει κι αυτός την σταδιοδρομία του· μια τέτοια σταδιοδρομία που όσο προχωρούσε ο χρόνος και προέβαινε, έστω και με τον γνωστό βραδύ ρυθμό, το κείμενο, ο Παπατρέχας που είχε πάρει ήδη σάρκα και οστά από την πρώτη εμφάνισή του, απωθούσε στο βάθος της εικόνας το ίδιο το θέμα που ήταν ο Όμηρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου