Η διαδρομή ενός σπουδαίου ερμηνευτή από το κλασσικό τραγούδι στις «Αμφιβολίες» του Μπιθικώτση, στην καταξίωση, στις μεγάλες πίστες και στην ζωή μετά
Είναι ένα βράδυ του 2012, κάπου στο τέρμα της οδού Λιοσίων, εκεί
όπου υπάρχουν όλων των ειδών τα μαγαζιά. Από συνεργεία και μάντρες
αυτοκινήτων, φαναρτζίδικα, μέχρι καντίνες με σάντουϊτς και πορνεία με το
χαρακτηριστικό κόκκινο φως που ανάβει μέρα-νύχτα. Η παρέα που καταφτάνει ψάχνει να βρει ένα «σκυλάδικο» που υπάρχει εκεί, το οποίο στέκεται επί δεκαετίες αφού εκείνο το βράδι εμφανίζεται στο συγκεκριμένο μαγαζί ο 66χρονος τότε Λευτέρης Μυτιληναίος.
Ένας από την συντροφιά εντοπίζει το μαγαζί, μια ανάσα από τις γραμμές του τραίνου, με μια όχι και τόσο φωτεινή ταμπέλα που γράφει «Φαντασία». Χαμογελάνε όλοι και μπαίνουν μέσα. Δεν έχει φυσικά καμία σχέση με την άλλη «Φαντασία» στην παραλιακή, εκεί όπου δεκαετίες πριν αυτός ο πρίγκιπας του τραγουδιού με την βελούδινη φωνή, μεγαλουργούσε δίπλα στον Στράτο Διονυσίου, τον Σταμάτη Κόκοτα και την Βίκυ Μοσχολιού.
Δείτε το βίντεο: Δεν είναι ίδιες οι καρδιές Λευτέρης Μυτιληναίος
.
Μια φωνή, το κλάμα της οποίας ακούστηκε για πρώτη φορά στις 24 Απριλίου του 1946, μέσα στον αχό του εμφυλίου πολέμου που είχε φουντώσει στην Ελλάδα. Ο Λευτέρης
μεγάλωσε μέσα σε μια οικογένεια όπου το τραγούδι δεν υπήρχε σαν
ερέθισμα, με έναν πατέρα επιτυχημένο εισαγωγέα μοτοποδηλάτων και μια
μητέρα που ασχολιόταν μεσα το σπίτι.
«Δεν θα έλεγα ότι το όνειρό μου ήταν να γίνω επαγγελματίας
τραγουδιστής» είπε πριν από εφτά χρόνια σε συνέντευξη που παραχώρησε σε
εφημερίδα. «Νομίζω ότι γι' αυτόν το δρόμο που ακολούθησα «φταίει» ο
θείος μου ο Σταύρος, ο οποίος πια δεν είναι στη ζωή. Η μητέρα μου είχε
δύο αδέλφια, τον Σταύρο και τον Σπύρο Μαρτίκα, που ήταν επιχειρηματίες
με λευκά είδη και δικά τους καταστήματα στον Πειραιά. Ο Σταύρος λοιπόν
ήταν αυτός που με πήγε σε ένα διαγωνισμό ταλέντων του Γιώργου
Οικονομίδη, όπου και πήρα το πρώτο βραβείο».
Δείτε το βίντεο: Συγχώραμε που φεύγω-Λείπεις εσύ λείπει η ζωή μου - Λευτέρης Μυτιληναίος
.
Μέχρι εκείνη την στιγμή σπούδαζε φωνητική και μουσική στο Ωδείο του Πειραϊκού Συνδέσμου και ήταν μακριά από το λαϊκό τραγούδι, όμως μετά την βράβευσή του-πήρε ως δώρα ένα κουστούμι και μια σόμπα-ο Μυτιληναίος αποφασίζει να γίνει τραγουδιστής.
Οι γονείς του δεν τρελαίνονται με την επιλογή που κάνει , αλλά ο
21χρονος νεαρός ρίχνεται στα βαθιά και το 1968 υπογράφει με την
δισκογραφική εταιρία «Βεντέτα» που ανήκε σατον Πάνο Γαβαλά και την Ρία Κούρτη.
«Μικρέ, άσε τα κύριε Γρηγόρη...»
Ηχογραφεί το πρώτο 45άρι του με τίτλο «Ένα καράβι είναι η ζωή μας»
και αρχίζει να εμφανίζεται ανοίγοντας πρόγραμμα σε μαγαζιά με αμοιβή
500 δραχμές το βράδυ. Ένα χρόνο μετά παίρνει μεταγραφή στην Columbia, αφού το μάτι του Γρηγόρη Μπιθικώτση
τον ξεχωρίζει και εκεί αρχίζει να χτίζει τον προσωπικό μύθο του. Όπως
είπε σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις που έδωσε πέρυσι στο «Πατρινόραμα» αντιλαμβανόταν όταν οι συνθέτες του έπαιζαν τραγούδια ποια θα γίνονταν επιτυχίες.
Το πρώτο του μεγάλο σουξέ όμως φέρνει την υπογραφή του Γργόρη Μπιθικώτση, ο οποίος του δίνει τις «Αμφιβολίες», ένα τραγούδι κομμένο και ραμμένο για την φωνή του Μυτιληναίου. «Θυμάμαι, όταν μου έδωσε το τραγούδι ο Μπιθικώτσης, μου είπε «μικρέ, θα σου δώσω ένα τραγούδι που θα σε κάνει μάγκα!» Του λέω «Κύριε Γρηγόρη…» και μου απαντάει: «Άσε τα κύριε Γρηγόρη. Του χρόνου θα σε ξέρει όλη η Ελλάδα!» Και έτσι έγινε! Το ήξερε ότι θα γινόταν επιτυχία κι όμως δεν το κράτησε για τον εαυτό του!»
Έχοντας ζήσει πολλά, νύχτες γεμάτες από τον καπνό των θαμώνων, λουλούδια στα πόδια του και εκδηλώσεις λατρείας ο Λευτέρης Μυτιληναίος αποτραβήχτηκε-όχι εντελώς-χωρίς να το φωνάξει. Ο Νίκος Τριανταφυλλίδης τον είχε χαρακτηρίσει έκπτωτο πρίγκιπα και ο ίδιος πριν από δύο χρόνια δεν είχε κανένα πρόβλημα να δηλώσει ότι «κάνω τα έξτρα και τις εμφανίσεις μου, «τσιμπάω» το χαρτζιλικάκι μου και την αράζω. Κάθομαι όσο μπορώ». Όταν ρωτήθηκε για το πως σκέφτεται την καλλιτεχνική του αυλαία απάντησε χωρίς να το σκεφτεί με μια πρόταση 15 λέξεων: «Δεν θέλω να προδώσω την ιστορία μου. Θα ήθελα να φύγω με ψηλά το κεφάλι!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου