Η ήττα που έχει γίνει συνήθεια, σε μία τσακισμένη σεζόν που θα ολοκληρωθεί στις 9 Απριλίου. Η... κλίκα των Ελλήνων, οι Αμερικανοί και ο Μπαρτζώκας που θα πρέπει να ξεκινήσει από την άνοιξη το χτίσιμο της ομάδας για τη νέα σεζόν.  
Αυτό που συμβαίνει φέτος με τον Ολυμπιακό είναι πρωτοφανές στα χρονικά της συγκεκριμένης ομάδας.
Έχουν περάσει 21 ματς στην EuroLeague και έχει μόλις μία φορά καταφέρει να κερδίσει δύο συνεχόμενα παιχνίδια. Εκείνα απέναντι στην Άλμπα στο Βερολίνο και κόντρα στην Αρμάνι Μιλάνο στο ΣΕΦ. Και μετά; Σερί ήττες, μία νίκη και πάλι... κατηφόρα στα αρνητικά αποτελέσματα. Τα σκαμπανεβάσματα των "ερυθρολεύκων" στην τρέχουσα σεζόν δεν έχουν προηγούμενο, σε μία τσακισμένη αγωνιστική χρονιά, η οποία θα τελειώσει στις 9 Απριλίου. Μέχρι τότε... υπομονή.
«Βιάζεστε», ενδεχομένως θα σχολιάσει κάποιος, γιατί μαθηματικά υπάρχουν ακόμη 13 αγωνιστικές και «όλα γίνονται». Θεωρητικά ναι. Προσέξτε όμως. Σε αυτά υπάρχουν τα εντός με ΤΣΣΚΑ, Παναθηναϊκό, Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και εκτός με Μακάμπι, Εφές, Αρμάνι Μιλάνο, Φενέρμπαχτσε και το "ερυθρόλευκο" σύνολο φέτος δεν εμπνέει σε καμία περίπτωση πως μπορεί να κάνει την υπέρβαση. Εδώ, κατόρθωσε να χάσει δύο σερί φορές (μέσα-έξω) από την Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης, την πρωτάρα στην διοργάνωση και πιο αδύναμη ομάδα του πρωταθλήματος.
Η ήττα που έχει γίνει συνήθεια
Φέτος για τον Ολυμπιακό η ήττα έχει γίνει συνήθεια, ενώ μέσα στη δεκαετία που μας πέρασε ήταν αναμενόμενο να κερδίζουν οι Πειραιώτες, είτε έπαιζαν εντός, είτε εκτός έδρας. Στα τελευταία δέκα παιχνίδια τους μετρούν επτά ήττες και πλέον βρίσκονται στην 13η θέση της κατάταξης με ρεκόρ 8-13. Αδιανόητο και εικόνα προσβλητική για την περήφανη ιστορία αυτής της ομάδας. Μία σεζόν απογοητευτική, αποκαρδιωτική.
Και την σεζόν 2017-18, οι "ερυθρόλευκοι" μπορεί να μην πήγαν στο Final Four (αποκλείστηκαν στα playoffs από την Ζαλγκίρις), αλλά είχαν πραγματοποιήσει μία εξαιρετική κανονική περίοδο, τερματίζοντας στην 3η θέση της κατάταξης. Ήταν στην ελίτ. Ακόμη και πέρσι (2018-19) μπορεί να αποκλείστηκαν από τα προημιτελικά, αλλά μέχρι τον Γενάρη βρισκόντουσαν μέσα στην πρώτη πεντάδα, διεκδικώντας το πλεονέκτημα έδρας. Μην πάμε πιο πριν που είχε πάντα στόχο το Final Four... Φέτος, από την αρχή, με το "καλημέρα", οι "ερυθρόλευκοι" δείχνουν έμπρακτα πως έχουν πέσει επίπεδο, πως αδυνατούν να κάνουν πρωταθλητισμό, αλλά και να σταθούν ανταγωνιστικοί.
Η μετάβαση από τον Γιάννη στον Μπλατ
Αποκλείστηκε, λοιπόν, ο Ολυμπιακός από το Final Four του 2018 και δημιουργήθηκε μία φιλοσοφία να "τιμωρήσουμε" τους Έλληνες, αλλά και να πάψουν να θεωρούν πως η ομάδα είναι "Δημόσιο" για εκείνους, διότι ορισμένοι είχαν μείνει στάσιμοι και άλλοι δεν είχαν εξέλιξη. Για να λέμε την αλήθεια, δεν είχαν και άδικο, γιατί είναι γεγονός πως κάποιοι είχαν... δέσει τον γάιδαρό τους στο μεγάλο λιμάνι. Όχι όμως και να φτάσει η ομάδα στο σημείο να χάσει το ελληνικό της στοιχείο, και να αλλοιώσει τον γηγενή κορμό της, πάνω στο οποίο βασίστηκε τα τελευταία χρόνια ώστε να φτάσει στην κορυφή σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Έφυγε, λοιπόν, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος (που λειτουργούσε και ως ασπίδα πολλές φορές για τους γηγενείς), ήρθε ο εγνωσμένης αξίας Ντέιβιντ Μπλατ, ο οποίος θέλησε να κάνει το ρόστερ «USA», περνώντας σε νέα εποχή, αλλά το... γλυκό δεν έδεσε. Και το χειρότερο απ' όλα; Δεν "έπιασε" σχεδόν καμία μεταγραφική του κίνηση. Λίγο πριν την έναρξη της σεζόν, βέβαια, σε ερώτηση που του έγινε για το ταλέντο των παικτών που πέταξε, την... πέταξε την σπόντα του με τον γνωστό έξυπνο επικοινωνιακό του τρόπο: «Δεν είμαι φαν των αμαξιών. Αλλά αν ήμουν, θα ήθελα να έχω ένα αμάξι κι αυτό ίσως ήταν μία Lamborghini. Αλλά δεν μπορείς να την αγοράσεις». Σαν να σχολίασε «θα ήθελα να έχω τον Λάρκιν στα γκαρντ, αλλά με τα χρήματα που έχουμε, μπόρεσα να πάρω τον Μπάλντγουϊν».
Λάθη και από τις δύο πλευρές
Εδώ, βέβαια, λάθη έχουν κάνει και οι δύο πλευρές. Η ομάδα; Ακόμη δεν μπορούμε να... χωνέψουμε, πως γίνεται ύστερα από το "ναυάγιο" και την προσπάθεια επιστροφής του Κώστα Σλούκα στον Ολυμπιακό το περασμένο καλοκαίρι (με το ρόστερ της ομάδα να... διψά για πρωτοκλασάτο γκαρντ), η "απάντηση" να έρχεται με την παραμονή του Γουίλ Τσέρι! Είτε αγωνιστικά, είτε επικοινωνιακά, επρόκειτο για «ήττα». Και όταν θέσαμε το εύλογο ερώτημα «για ποιον λόγο τα χρήματα που ήταν να δαπανηθούν στον Σλούκα, δεν δόθηκαν σε άλλον πρωτοκλασάτο γκαρντ», η δικαιολογία που ακούσαμε ήταν πως «αυτά τα χρήματα θα τα δίναμε μόνο στον Κώστα, γιατί είναι Έλληνας και πρώην παίκτης της ομάδας. Σε ένα καλοκαίρι που ήταν ελεύθεροι και διαθέσιμοι γκαρντ όπως οι Τεόντοσιτς και Ροντρίγκεθ, που είχαν σχετικά ίδιο κασέ με τον Σλούκα.
Πήγαινε, λοιπόν, τώρα στην Αγία Πετρούπολη και βλέπε τον (άπειρο) Γουέιντ Μπάλντγουϊν να ζορίζεται να κατεβάσει την μπάλα, να χάνει σουτ (0/5), να παίρνει πάνω του τραβηγμένες προσπάθειες, να αναλώνεται σε ανόητα λάθη, να "θολώνει" το μυαλό του επειδή δεν πήρε πάσα σε προηγούμενη φάση και να έχει αλλοπρόσαλλες αντιδράσεις (ένας άνθρωπος με ιδιαίτερο μάλιστα χαρακτήρα), αδυνατώντας να ανταπεξέλθει σε αυτό το επίπεδο. Τι να κάνει και ο Γιώργος Μπαρτζώκας; Του έδωσε ρόλο βασικού, προσπαθεί με κάθε τρόπο να του τονώσει την ψυχολογία, αλλά ο παίκτης έχει συγκεκριμένες δυνατότητες. Να τον συγκρίνουμε με τον Νάιτζελ Γουίλιαμς-Γκος; Γκρινιάζαμε πέρσι για τον τελευταίο πως χάνει στο τέλος τα κρίσιμα σουτ, πως υστερεί στη πάσα, αλλά ο Γκος ήταν τουλάχιστον μία σκάλα ανώτερος από τον Μπάλντγουϊν.
Έχει ευθύνη όμως και το προπονητικό-τιμ για τον ανορθόδοξο τρόπο που στελεχώθηκε το περασμένο καλοκαίρι. Έχεις στην διάθεσή σου 100 δραχμές; Ωραία, δεν έχεις τις 200 που έχει η ΤΣΣΚΑ ή τις 300 που διαθέτει η Μπαρτσελόνα, αλλά πως αξιοποιείς τα χρήματα που έχεις στην διάθεσή σου; Είναι δυνατόν να ξοδεύεις τα περισσότερα λεφτά του μπάτζετ σου στα φόργουορντ και να δίνεις τα λιγότερα στα γκαρντ, ενώ εκεί υστερείς;
Η... κλίκα των Ελλήνων και οι Αμερικανοί
Τι να κάνει τώρα ο Γιώργος Μπαρτζώκας; Πως να μην κρατά στο παρκέ για 30 και 35 λεπτά τον 37χρονο Σπανούλη, όταν ο άνθρωπος έχει τις ικανότητες, την εμπειρία, το φιλότιμο, το τσαγανό, την θέληση, αλλά και την τεράστια κλάση ώστε να κάνει την διαφορά σε αυτό το επίπεδο. Κάποιοι με κακόβουλο τρόπο σχολιάζουν «η κλίκα των Ελλήνων». Ποια κλίκα; Μάλλον θα εννοούν τους Σπανούλη (31π), Πρίντεζη (20π) και Παπανικολάου (20π), οι οποίοι πέτυχαν τους 71 (!) από τους 87 πόντους που πέτυχαν οι Πειραιώτες κόντρα στην Ζενίτ. Στους "τρεις σωματοφύλακες" που έκαναν σχεδόν τα πάντα στο παρκέ σε άμυνα, δημιουργία και επίθεση, κάνοντας κατάθεση ψυχής. Δεν είναι τέλειοι, δεν παίζουν πάντα καλά, και κριτική τους γίνεται, δεν μένουν στο απυρόβλητο. Όμως ας υπάρχει σεβασμός και ας αντιληφθούμε αν το επίπεδο των ξένων που παίζουν δίπλα τους αυτήν την στιγμή είναι αντάξιο της κλάσης τους.
Ξέρετε, οι ξένοι που πρέπει να έρχονται στον Ολυμπιακό, και ειδικά οι Αμερικανοί, θα πρέπει να βοηθούν και να δίνουν ώθηση στους γηγενείς. Μέχρι στιγμής συμβαίνει το αντίθετο... Οι USA παίκτες, επιβάλλεται να προσφέρουν αυτό το σπέσιαλ, το κάτι παραπάνω, το διαφορετικό, όπως έκαναν στο παρελθόν οι Χάινς, Λο, Ντόρσεϊ, Ντάνστον, Λοτζέσκι, Χάντερ, Ντάρντεν, Μπιρτς, Χάκετ. Συγκρίνεται κάποιος από τους προαναφερόμενους με τους Ρότσεστι, Μπάλντγουϊν, Πολ και Ρούμπιτ, οι οποίοι είχαν όλοι μαζί 0/16 (!) σουτ κόντρα στη Ζενίτ. Από την αναπτυξιακή να έπαιρνε τέσσερις νεαρούς Έλληνες ο Μπαρτζώκας, θα είχαν καλύτερα ποσοστά. Nαι, κόντρα στην Μπάγερν στο ΣΕΦ εκείνοι "σφράγισαν" τη νίκη στο τέλος, αλλά ποιος είπε πως στο επόμενο ματς θα πρέπει να... εξαφανίζονται;
Το αναφέραμε και σε προηγούμενο κείμενο. Φέτος, δεν έχει τόσο σημασία πως θα τελειώσει η τρέχουσα σεζόν, όσο το πως θα χτιστεί η ομάδα ενόψει της επόμενης αγωνιστικής χρονιάς. Και η δουλειά δεν θα πρέπει να ξεκινήσει από το καλοκαίρι, αλλά από τον Απρίλη. Να δει ο Γιώργος Μπαρτζώκας τις αδυναμίες της ομάδας, το που υστερεί και να την στελεχώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, έχοντας φυσικά και την στήριξη της διοίκησης. Να ξεχωρίσει υποψήφιους μεταγραφικούς στόχους και να επικοινωνήσει μαζί τους από νωρίς. Ο Ολυμπιακός έχει ακόμη δυνατό brand name, ιστορία και δυναμική και μπορεί να προσεγγίσει παίκτες πρώτης γραμμής.
πηγη fosonline.gr